
Το χάρισμα της ιεροσύνης δίδεται σ' εκείνους μόνον που έχουν δοκιμασθεί ικανώς από τον πνευματικό τους εξομολόγο και από τον επίσκοπο τους.
Η ιεροσύνη δεν έχει να κάνει με επάγγελμα. Είναι λειτούργημα. Για τον λόγο αυτό ο έχων την ιεροσύνη λέγεται λειτουργός των αγίων μυστηρίων της Εκκλησίας μας.
Οι βαθμοί της ιεροσύνης είναι τρεις, ξεκινώντας από τον κατώτερο προς τον ανώτερο:
του Διακόνου (θα πρέπει να έχει συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας).
του Πρεσβυτέρου (θα πρέπει να έχει συμπληρώσει το 30ο έτος της ηλικίας).
του Επισκόπου (θα πρέπει να έχει συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας).
Το πλήρωμα της ιεροσύνης το έχει ο Επίσκοποςο οποίος μόνον αυτός μπορεί να τελέσει το μυστήριο της ιεροσύνης και του καθαγιασμού ναών. Με εντολή του επισκόπου ή εν ονόματι του τελούνται όλα τα αλλά ιερά Μυστήρια από τους Πρεσβυτέρους του, όπως της Θείας Ευχαριστίας, του Βαπτίσματος, του Χρίσματος, του Ευχελαίου, του Γάμου και της Μετανοίας ή εξομολογήσεως. Για το λόγο αυτό σε κάθε μυστήριο ή ακολουθία συνεχώς οι πρεσβύτεροι μνημονεύουν το όνομα του επισκόπου τους.
Ο βαθμός του διακόνουείναι ο κατώτερος. Ο Διάκονος δεν έχει πλήρη ιεροσύνη. Είναι βοηθός των ιερών μυστηρίων. Κανένα μυστήριο και ακολουθία δεν μπορεί να τελέσει. Αυτός συμμετέχει ωστόσο σε όλα τα ιερά Μυστήρια και τις ακολουθίες της Εκκλησίας.
Ο Πρεσβύτεροςτελεί όλα τα ιερά Μυστήρια και τις Ακολουθίες εκτός της χειροτονίας και του καθαγιασμού ναών. Ο πολύς κόσμος τον ιερέα τον αποκαλεί παπά. Η σωστή προσφώνηση είναι Πρεσβύτερος ή Πάτερ.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ιεροσύνη έχουμε όλοι μας, κλήρος και λαός. Ο λαός μετέχει της γενικής ιεροσύνης ως "Βασίλειον ιεράτευμα" από την ιεροσύνη του Παμβασιλέως Χριστού.
Η ιεροσύνη όμως των κληρικών είναι ειδική. Αυτό σημαίνει ότι για να είναι κάποιος ιερέας πρέπει να προηγηθεί η χειροτονία του από τον επίσκοπο ή για τον βαθμό του επισκόπου από άλλους τρεις τουλάχιστον επισκόπους, υποδηλώνοντας έτσι τη συνοδικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ειδική ιεροσύνη σημαίνει ότι ο λαός για να συνάζεται και να τελεί μυστήρια, απαραιτήτως πρέπει να συμμετέχει και ο έχων την ειδική ιεροσύνη πρεσβύτερος ή επίσκοπος. Ειδάλλως τίποτα δεν θεωρείται έγκυρο. Μ' αυτήν την έννοια της ιεροσύνης, ως γενικής και ειδικής εκφαίνεται ή Ορθόδοξος Εκκλησία εκκλησιολογικά. Δεν μπορεί για παράδειγμα να τελεσθεί μια Θεία Λειτουργία μόνον από έναν πρεσβύτερο χωρίς τη συμμετοχή των λαϊκών. Αυτό συνεπάγεται ότι η όλη ευχαριστιακή και μυστηριακή κοινωνία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στηρίζεται στη σύναξη, δηλαδή στη συνύπαρξη κλήρου και λαού. Οποιαδήποτε άλλη θεώρηση πέραν αυτής της τοποθετήσεως ως προς το θέμα της μυστηριακής κοινωνίας μεταξύ κλήρου και λαού οδηγεί σε αίρεση και πλάνη.
Η ιεροσύνη είναι μεγάλη τιμή του Θεού για τον χοϊκό άνθρωπο. Άνθρωπος ομοιοπαθής με τους συνανθρώπους του καλείται να υπηρετήσει λατρευτικά το λαό του Θεού, την ίδια του την οικογένεια, προσευχόμενος και δεόμενος "υπέρ των ιδικών του αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων".
Οι παλαιοί έλεγαν ως ευχές προς τους πρεσβυτέρους: "Να χαίρεστε το πετραχήλι σας", άλλοι: "Να χαίρεστε τη βασιλεία σας", άλλοι: "Να χαίρεστε και να τιμήσετε τα ιερά σας". Και η ευχολόγια αυτή είχε τη σημασία της ως αναγνώριση αυτού που εκκλησιολογικά λέμε "οι θεολογούντες" της ειδικής ιεροσύνης. Ακόμη οι παλαιότεροι έδειχναν σεβασμό προς τον ιερέα εκφράζοντας τον ποικιλοτρόπως, άλλοι σηκωνόταν από τη θέση τους όταν περνούσε ο πρεσβύτερος. Άλλοι έβγαζαν τα καπέλα τους, κοντοστέκονταν μέχρι να περάσει ο πρεσβύτερος και σχημάτιζαν μια ελαφρά υπόκλιση σεβασμού προς το σχήμα. Άλλοι έτρεχαν, όπως τα παιδιά, και φιλούσαν το χέρι του ιερέως.
Σήμερα όλα τείνουν να ξεχαστούν και μάλιστα και σ' αυτή ακόμη τη διανομή αντίδωρου μερικοί απαξιούν να ασπασθούν το χέρι του ιερέα. Και μάλιστα εκείνο το χέρι που λίγο πριν κατά τον καθαγιασμό έπιασε το ίδιο το Σώμα του Χριστού.
Η καλύτερη προσφώνηση προς τον ιερέα είναι: "Την ευχή σας πάτερ". Και ή καλύτερα απάντηση του ιερέα προς τον πιστό είναι: "Την ευχή του Κυρίου μας παιδί μου". Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός διατεινόμενος προς όλους εκείνους που αμφισβητούν την ιεροσύνη των κληρικών έλεγε: "Εάν συναντήσετε ιερέα και άγγελο φωτός στο δρόμο σας, πρώτα τον ιερέα να προσκυνήσετε κι έπειτα τον άγγελο".
Το μυστήριο της Ιεροσύνης
Η Ιεροσύνη είναι το μυστήριο εκείνο, το οποίο είναι ενταγμένο στη θεία Λειτουργία, δηλαδή ιερουργείται κατά την τέλεση της θείας Λειτουργίας και σε διάφορες στιγμές της, κατά το βαθμό της Ιεροσύνης, στον οποίο προάγεται ο χειροτονούμενος. Κατά την ώρα εκείνη δια της επιθέσεων των χειρών του επισκόπου στον χειροτονούμενο και διά της επίκλησης της θείας Χάρης, πράγματι· “Η θεία Χάρις η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα προχειρίζεται” τον προσαγόμενο στον επίσκοπο σε ένα από τους τρεις βαθμούς της Ιεροσύνης, στο βαθμό του διακόνου, πρώτον, του πρεσβυτέρου, δεύτερον, και του επισκόπου, τρίτον. Αυτός είναι και ο τελευταίος και ύψιστος βαθμός της ιεροσύνης. Βεβαίως πηγή της θείας Χάρης, όπως και πηγή της Ιεροσύνης είναι ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής και Σωτήρας μας, ο μόνος στην πραγματικότητα και αιώνιος Αρχιερέας της Εκκλησίας. Εκείνος ως αρχιερέας πρόσφερε πρώτος τη μία και αιώνια θυσία επί του σταυρού υπέρ των αμαρτιών μας, στη συνέχεια οι διάδοχοι του Μεγάλου Αρχιερέα, του Σωτήρα Χριστού, αρχιερείς και ιερείς, δεν έχουν δική τους ιεροσύνη, παρά τη μία και μόνη, την αιώνια ιεροσύνη του Χριστού λαμβάνουν, όταν χειροτονούνται. Αυτή, την ιεροσύνη του Χριστού, φέρουν στη ζωή τους όλη. Με αυτή ιερουργούν τα θεία μυστήρια της Εκκλησίας. Όχι λοιπόν δική τους, αλλά την ιεροσύνη και αρχιεροσύνη του Χριστού διαχειρίζονται και εν ονόματι αυτής και με αυτή διακονούν την Εκκλησία. Από αυτό καταλαβαίνει κανείς με πόσο σεβασμό πρέπει να την φέρουν, πόση ευλάβεια να αισθάνονται προς αυτή, πόση τιμή, πόση χάρη να της αποδίδουν και με πόσο φόβο να διαχειρίζονται τη θεία εξουσία. Αλλά και οι Χριστιανοί με σεβασμό να φέρονται προς τους ιερωμένους τους και μεγάλη τιμή να τους αποδίδουν, αφού η ιεροσύνη που φέρουν είναι του Χριστού και όχι δική τους.
Σύσταση του μυστηρίου
Το μυστήριο της Ιεροσύνης είναι θεοσύστατο και αυτό, δηλαδή ο ίδιος ο Κύριος το συνέστησε. Και το συνέστησε και όταν ξεχώρισε τους Δώδεκα Αποστόλους του, για να αποτελούν αυτοί το άμεσο περιβάλλον του και γίνουν έπειτα οι διάδοχοι και συνεχιστές του έργου του. Κυρίως όμως όταν τους μετέδιδε μετά την Ανάστασή του καθώς και την ημέρα της Πεντηκοστής το Άγιο Πνεύμα του και τους παρέδιδε την εξουσία της άφεσης των αμαρτιών, όπως είδαμε στο μυστήριο της μετάνοιας, η οποία ήταν αυτή η εξουσία της ιεροσύνης. Το ίδιο ακόμη έκαναν κατόπιν προς διαδοχή δική τους οι άγιοί του Απόστολοι· “χειροτονήσαντες αυτοίς πρεσβυτέρους κατ’ εκκλησίαν και προσευξάμενοι μετά νηστειών παρέθεντο αυτούς τω Κυρίω, εις όν πεπιστεύκασι” (Πράξ. ιδ’ 23). Αυτό έκαναν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας στους Χριστιανούς της Δέρβης, του Ικονίου, της Αντιόχειας. Λέγεται ακόμα χειροτονία, διότι γίνεται με την επίθεση των χειρών των αποστόλων ή των επισκόπων πάνω στο κεφάλι του χειροτονούμενου. “Προσευξάμενοι επέθηκαν αυτοίς τας χείρας” (Πράξ. στ’ 6, ιγ’ 3). Ομοίως και ο Τιμόθεος διά χειροτονίας, με επίθεση δηλαδή των χειρών του Παύλου και του πρεσβυτερίου έλαβε το αξίωμα του επισκόπου. Και αυτό γράφει ο Παύλος· “μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος (του επισκόπου δηλαδή), ό εδόθη σοι διά προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου” (Α’ Τιμόθ. δ’ 14). Και πάλι του υπενθυμίζει να αναζωπυρώνει το χάρισμα της ιεροσύνης, “το χάρισμα του Θεού, λέει, ό εστιν εν σοι διά της επιθέσεως των χειρών μου” (Β’ Τιμόθ. α’ 6). Και αυτό, η επίθεση των χειρών δηλαδή στον χειροτονούμενο και οι ευχές που αναγιγνώσκονται και ακούγονται κατά την ώρα της χειροτονίας από τον Επίσκοπο, είναι τα αισθητά, τα ορατά στοιχεία του μυστηρίου, αόρατο δε και υπερφυσικό στοιχείο μένει η θεία Χάρη. Η ιεροσύνη λέγεται ακόμη και καθιέρωση, διότι καθιερώνεται ο χειροτονούμενος στην ιερή διακονία και χάρη της Εκκλησίας, λέγεται και τελεσιουργία και ιερατική τελείωση, διότι δι’ ιερής τελεσιουργίας καθιερώνεται και καταρτίζεται στον ύψιστο και θείο αυτό διακόνημα και αξίωμα.
Λέμε πως είναι θείο το αξίωμα, διότι όχι κυρίως άνθρωποι, αλλ’ ο Θεός διά μέσου ανθρώπων, των επισκόπων, καλεί και καθιερώνει στην Εκκλησία του τους λειτουργούς του. Όταν ο Παύλος κάλεσε στη Μίλητο τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου για να τους συστήσει πλήρη επαγρύπνηση πάνω στη ζωή και πορεία των Χριστιανών τους, τους είπε· “Προσέχετε εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ώ υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού” (Πράξ. κ’ 28). Θεόσδοτο, λοιπόν, θείο αξίωμα και όχι κοσμικό. “Και η Ιεροσύνη τελείται επί της γης, όπως λέει ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τάξιν δε επουρανίων έχει πραγμάτων”. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να σπεύδει ο άνθρωπος στο αξίωμα αυτό, στην Ιεροσύνη, αλλά να περιμένει, είτε δι’ εσωτερικής κλίσεως, η οποία δεν είναι πάντοτε ασφαλής, είτε διά προσώπων εκλεκτών του και καλών περιστάσεων να τον καλέσει ο Θεός στην ύψιστη διακονία. Και είναι μεν αληθές, ότι θεόπνευστο και άξιο προσοχής το θείο λόγιο του Παύλου· “ει τις επισκοπής ορέγεται, καλού έργου επιθυμεί” (Α’ Τιμόθ. γ’ 1). Αλλά θεόπνευστος πάλι λόγος του Παύλου είναι και το “ουχ εαυτώ τις λαμβάνει τιμήν (της Ιεροσύνης), αλλά καλούμενος υπό του Θεού, καθάπερ και Ααρών” (Εβρ. Ε’ 4). Να μη σπεύδει λοιπόν κανείς και πολύ περισσότερο να μη χρησιμοποιεί μέσα και δωροδοκίες, οπότε καταντά και “σιμωνιακός” και επομένως ανάξιος της τιμής και χάρης. Εκείνοι που αναλαμβάνουν την ευθύνη της χειροτονίας του υποψηφίου “εξετάζειν πρότερον χρη του χειροτονουμένου τον βίον, είθ’ ούτω καλείν επ’ αυτόν την χάριν του Αγίου Πνεύματος”. Όπως έκαναν οι άγιοι Απόστολοι προκειμένου να εκλέξουν τους επτά διακόνους. Κάλεσαν το πλήθος των πιστών και τους είπαν· “Επισκέψασθε άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά (εξετάστε να βρείτε επτά άνδρες από σας)” (Πράξ. στ’ 3). Με καλή μαρτυρία δηλαδή, πιστούς, σεμνούς, αγίους, άξιους της χάρης και διακονίας αυτής. Διότι μόνο οι άγιοι και οι άξιοι πρέπει να εκλέγονται και να προάγονται στους βαθμούς της Ιεροσύνης (1).
--------------------------------------
Υποσημειώσεις
(1) Και στο μυστήριο αυτό της Ιεροσύνης έχουμε διαφορές με τους Προτεστάντες και Παπικούς και πρέπει να τις γνωρίζουμε. Και αυτές είναι, ότι οι μεν Προτεστάντες δεν έχουν Ιεροσύνη παρά μόνο πάστορες. Αυτοί δεν είναι ιερείς. Είναι ένα είδος ποιμένων και έργο έχουν να κηρύττουν το θείο λόγο και προεδρεύουν στη θρησκευτική κοινότητα. Οι Παπικοί αντίθετα προς τους Προτεστάντες υπερτονίζουν και εξαίρουν την τάξη των κληρικών εις βάρος του λαού. Γι’ αυτό, ενώ οι κληρικοί κοινωνούν και από τα δύο είδη της θείας Κοινωνίας (και από το Σώμα και από το Αίμα), στο λαό προσφέρουν μόνο όστιες, δηλαδή μόνο το σώμα, και αυτό αφού συμπληρώσει το 12ο έτος το παιδί. Επομένως και εδώ έχουμε μεγάλες διαφορές με αυτούς και είναι αδύνατη η Ένωση με εμάς τους Ορθοδόξους, αν δεν αποκηρύξουν τις κακοδοξίες τους αυτές.
Πηγή: http://www.xfd.gr/
Το μυστήριο της Ιεροσύνης
==> Συστήθηκε από τον Χριστό με την εκλογή και τον ορισμό των Αποστόλων ως διαδόχων του
==> Συνεχίστηκε με την χειροτονία διαδόχων από τους Αποστόλους (Αποστολική διαδοχή)
Ειδική Ιεροσύνη : έννοια και ευθύνες
Η Ιεροσύνη μπορεί να διακριθεί σε «ειδική» και «γενική». Οι κληρικοί έχουν την ειδική Ιεροσύνη και αναλαμβάνουν υπεύθυνα, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, τη διοίκηση, τη διδαχή και τη λατρεία της Εκκλησίας.
Βέβαια, ο Χριστός δεν παύει ποτέ να είναι ο μόνος (αρχ)ιερέας της Εκκλησίας, που έχει “απαράβατον την ιερωσύνην” (Εβρ. 7,24).
Αυτός τελεί όλα τα μυστήρια, στα οποία είναι “αοράτως συνών” (αόρατα παρών).
Οι(αρχ)ιερείς λόγω της χειροτονίας τους «δανείζουν» το σώμα και τα χέρια τους στον Χριστό και τον καθιστούν, έτσι, ορατό στο πλήρωμα (I. Χρυσόστομος)
Βαθμίδες Ιεροσύνης
Διάκονος:βοηθός του πρεσβυτέρου
Πρεσβύτερος:πνευματικός πατέρας των πιστών τους οποίους οδηγεί με το κήρυγμα
Επίσκοπος:μιμητής του "αληθινού Ποιμένος", του Χριστού, πρόθυμος πάντα να θυσιαστεί για το ποίμνιό του
Η συνύπαρξη εξουσίας και διακονίας
Η Ιεροσύνη δεν είναι αξίωμα και εξουσία με την κοσμική σημασία, αλλά με την πνευματική. Σκοπός της είναι η διακονία του λαού.
Όπου χάνεται αυτή η συνείδηση, εμφανίζεται στη ζωή του ιερέα ο επαγγελματισμός.
Ο κληρικός όμως είναι πνευματικός πατέρας και οι πιστοί πνευματικά του τέκνα. Γι' αυτό ο μεγαλύτερος τίτλος και τιμή του κληρικού είναι η προσφώνηση «πάτερ» ή «παππούλη», που του απευθύνει ο λαός μας.
Το έργο του. ιδιαίτερα σήμερα, πρέπει να είναι φωτιστικό και οδηγητικό. Να οδηγεί, δηλαδή, τον κόσμο στην αλήθεια και χάρη του Χριστού, μεταδίδοντας το μήνυμα της σωτηρίας του ανθρώπου και της ανθρώπινης κοινωνίας.
Όσο πιο πατερικός και παραδοσιακός είναι ο κληρικός, τόσο περισσότερο σύγχρονος είναι.
Στην Εκκλησία υπάρχει συνευθύνη κληρικών και λαϊκών. Γι' αυτό είναι ανάγκη να αναλαμβάνουν και οι λαϊκοί την ευθύνη τους στη ζωή της Ενορίας.
==> Με την ενεργό συμμετοχή όλου του σώματος στη ζωή της Εκκλησίας, είναι δυνατή και η κατά Χριστόν «αύξηση» του σώματος, η πνευματική πρόοδος του.
==> Σύμφωνα με την παράδοσή , αυτό σημαίνει να είναι όλοι, κληρικοί και λαϊκοί πιστοί στην αποστολή τους
Πολλοί μιλούν για την ανάγκη εκσυγχρονισμού του κλήρου. Κάποιοι αρχίζουν από την ενδυμασία και θεωρούν το ράσο εμπόδιο στην απρόσκοπτη παρουσία του κληρικού στον σύγχρονο κόσμο.
Είναι γεγονός ότι το ράσο συνδέεται με παλαιότερες εποχές (βυζάντιο-τουρκοκρατία) και γι' αυτό υπάρχουν τάσεις για κατάργησή του.. Για τη διατήρηση της συνέχειας επικρατεί η γνώμη ότι το ράσο μπορεί μεν να απλουστευθεί, όχι όμως και να καταργηθεί.
Η Ιεροσύνη στις χριστιανικές Ομολογίες
Ιεροσύνη υπάρχει και στον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Έχει χάσει όμως την αποστολική και πατερική της σημασία, διότι χάθηκε ο μυστηριακός της χαρακτήρας ή συνταυτίστηκε με την κοσμική εξουσία.
Στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ο παπικός θεσμός έχει εισαγάγει την έννοια του υπερεπισκόπου (γενικός επίσκοπος= ο Πάπας), ενώ αρκετές διαφορές υπάρχουν στους άλλους βαθμούς της Ιεροσύνης.
Στις προτεσταντικές Ομολογίες, έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό ο πνευματικός χαρακτήρας της Ιεροσύνης και η αποστολική διαδοχή. Οι κληρικοί θεωρούνται απλοί εντολοδόχοι της κοινότητας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μένει κι εδώ πιστή στην αρχαία χριστιανική παράδοση ως προς την κατανόηση της Ιεροσύνης